Το Branco είναι ένα ξενοδοχείο 21 δωματίων στην αμμώδη παραλία του Πλατύ Γιαλού στη Μύκονο. Η κύρια πρόκληση σε αυτό το έργο ανακαίνισης ήταν η διατήρηση του αποτυπώματος του υπάρχοντος κτιρίου. Δεν επιτράπηκε να επεκταθεί το περίγραμμα των αρχικών δομών, ωστόσο ο πελάτης χρειαζόταν υπηρεσίες και εγκαταστάσεις που απαιτούσαν σημαντικά περισσότερο χώρο. Χωρίς να μειωθεί ο αριθμός των δωματίων που χρειάζονταν για να αυξηθεί κάπως το μέγεθος του χώρου, έπρεπε να προστεθούν ένα εστιατόριο, εσωτερικό σαλόνι και τραπεζαρία, εσωτερικά και εξωτερικά μπαρ, γυμναστήριο και χώρο ευεξίας, μπουτίκ και εκτεταμένη ζώνη υποδοχής.
Τα καλοκαίρια των ελληνικών νησιών περνούν κυρίως σε εξωτερικούς χώρους. Η αρχιτεκτονική ομάδα δημιούργησε μια σειρά ημι-εσωτερικών ζωνών που θα διασπάσουν ταυτόχρονα τη μετάβαση από εσωτερικούς χώρους σε εξωτερικούς χώρους σε μια ήπια σκηνική σειρά και θα επιτρέψουν να να βρεθεί ο επιπλέον χώρος που απαιτούνταν.
Προσθέτοντας μια παραδοσιακή αυλή με τείχη στην είσοδο κάθε δωματίου, ο συνολικός χώρος ουσιαστικά διπλασιάζεται. Τα δωμάτια του πρώτου ορόφου διατηρούν το ιδιωτικό τους μπαλκόνι και την εκπληκτική θέα στη θάλασσα, ενώ τα δωμάτια στο ισόγειο, που αγνοούσαν προηγουμένως η πισίνα και η βεράντα του ξενοδοχείου, τώρα επωφελούνται από ένα εκτεταμένο μπροστινό αίθριο που φαινομενικά αυξάνει το μέγεθος του δωματίου και προστατεύεται φυσικά από πλούσια φύτευση.
Κάθε αίθριο διαθέτει ένα παραδοσιακό κυκλαδίτικο ενσωματωμένο ανάκλιντρο ‘Odas’ και μια μικρή πισίνα με τζακούζι. Χρησιμοποιήσαμε αυτήν την οιονεί επέκταση τεχνική αλλού στο ξενοδοχείο. Οι επισκέπτες φτάνουν στο ξενοδοχείο μέσω υποδοχής με αυλή με πέργκολα πριν μπουν στο ίδιο το κτίριο. Το μικροσκοπικό γυμναστήριο 12 τετραγωνικών μέτρων επεκτείνεται με την προσθήκη μιας κλιματιζόμενης και σκιασμένης βεράντας γυμναστηρίου.
Ο κοινόχρηστος εξωτερικός χώρος επικεντρώνεται γύρω από την πρόσφατα σχεδιασμένη πισίνα και βεράντα. Ιδιωτικά κιόσκια με ξύλινο σκελετό έχουν κατασκευαστεί στην περίμετρο της πισίνας για να φαίνονται καθώς επιπλέουν στην επιφάνειά της. Αυτά τα κιόσκια αυξάνουν τον χώρο καθιστικού και προσφέρουν μια πιο αποκλειστική επιλογή εκτός από τη βεράντα της πισίνας.
Το σπα έχει γίνει μια εφήμερη υπηρεσία που πραγματοποιείται μέσα στην ιδιωτικότητα του δωματίου ή κάτω από τα κιόσκια μασάζ στην παραλία. Ομοίως, ένα μικρό κατάστημα μπουτίκ εντός του κτιρίου του ξενοδοχείου συμπληρώνεται από ένα κατάστημα παραλίας-κιόσκι, το οποίο επεκτείνει επίσης την εμπορική παρουσία και αυξάνει το χτύπημα. Το κατώφλι ανάμεσα στη βεράντα και την άμμο εκλαμβάνεται ως ευκαιρία για κοινωνικές θέσεις, σε πλατιά, ρηχά σκαλιά που δημιουργούν ένα αμφιθεατρικό σημείο θέασης και συνάντησης.
Στόχος ήταν να δημιουργείται μια μοναδική εμπειρία που θα συνδέει τους επισκέπτες που μένουν στο ξενοδοχείο, γευματίζουν στο εξωστρεφές εστιατόριο ή χαλαρώνουν στο χώρο ευεξίας, με την παραλία και τη θάλασσα. Αυτή η εμπειρία έχει τις ρίζες της στην εκλεκτικά πολυτελή ταυτότητα του ξενοδοχείου που ταιριάζει απόλυτα με το ήθος της ελληνικής νησιωτικής φιλοξενίας.
Η αρχιτεκτονική γλώσσα βασίζεται σε τοπικές τεχνικές της Μυκονιάτικης χειροτεχνίας και κατασκευής που έχουν εφαρμοστεί σε μια φυσική παλέτα από παραδοσιακά κυκλαδίτικων υλικών, όπως ασβεστωμένους τοίχους, μασίφ ξύλινα κουφώματα και πόρτες και λεία δάπεδα με στρώματα. Στη συνέχεια, οι χώροι ανυψώνονται και ανανεώνονται με προσεκτικά λεπτομερή έπιπλα και διακόσμηση που φέρνουν μια σύγχρονη πρωτοτυπία στο κτίριο.
Πηγή: k-studio.gr