Το αρχιτεκτονικό γραφείο Architects for Urbanity κέρδισε το 2ο βραβείο στον διαγωνισμό “Σταθμός Επιβατών Λιμένα Σούδας – Ενδιάμεση Φάση” στη Κρήτη. Η πρόταση συνδιαλέγεται με τα χαρακτηριστικά του τόπου και του τοπίου του νησιού και προσφέρει μια λειτουργική κτιριολογική επίλυση για την συνεχώς αυξανόμενη τουριστική κίνηση του Λιμένα. Ως το πρώτο και τελευταίο κτίριο που βλέπει ένας επισκέπτης, οι επιβατικοί σταθμοί πρέπει να αποτελούν βασικό μέρος του σχεδιασμού της τουριστικής ανάπτυξης της Ελλάδας. Στοιχείο το οποίο είναι υποβαθμισμένο μέχρι σήμερα. Σε αυτό το πλαίσιο, η πρόταση στοχεύει στην ανάδειξη της ταυτότητας του νησιού, στην γενικότερη αναβάθμιση της τουριστικής εικόνας της Κρήτης και στον επαναπροσδιορισμό αυτής της τυπολογίας κτιρίων στον Ελλαδικό χώρο.
Αρχιτεκτονική Μελέτη: Architects for Urbanity (Μαρίνα Κουνάβη, Ίργκεν Σαλιάνι, Karolina Szóstkiewicz, Χάρης Βαμβακάς)
Στατική Μελέτη: DENCO Structural Engineering (Τηλέμαχος Παναγιωτάκος, Στέφανος Τσιμπουράκης)
Η/Μ Μελέτη: GKA Engineers (Κώστας Χανιώτης, Κώστας Χόντος)
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η κατασκευή του Σταθμού Επιβατών Λιμένα Σούδας συντελεί στην περαιτέρω ανάπτυξη του λειτουργικού προγράμματος του λιμένα και στην καλύτερη εξυπηρέτηση του αυξανόμενων ροών των τακτικών ταξιδιωτών και τουριστών. Η πρότασή μας στοχεύει την βέλτιστη λειτουργικότητα του σταθμού και την δημιουργία ενός αρχιτεκτονικού τοπόσημου, το οποίο δανείζεται μορφολογικά και οργανωτικά στοιχεία από την κρητική παράδοση και αρχαιολογία και τα ερμηνεύει στα δικά του πλαίσια με τον πλέον αφαιρετικό τρόπο. Ο σταθμός θα αποτελέσει τον πρώτο και τελευταίο κτίριο που θα αντικρίσουν οι επισκέπτες κατά την άφιξη ή την αναχώρησή τους από το νησί, και μαζί με το ερημικό κρητικό τοπίο γύρω του θα εντατικοποιεί την μοναδική εμπειρία του ταξιδιού προς και από την μεγαλόνησο. Η έννοια της άφιξης, της στάσης και της αναχώρησης γίνονται ταυτόσημες με την διαφάνεια, τις καθαρές γραμμές και την συνεχή ροή του σταθμού. Το προτεινόμενο κτίριο είναι προσβάσιμο, ελαφρύ, εύκολα αναγνώσιμο και γενναιόδωρο ως προς τον επισκέπτη. Η ογκοπλασία του παραπέμπει στην καθαρότητα των μορφών της νησιώτικης αρχιτεκτονικής παράδοσης, το δομικό του σύστημα κάνει μια μορφολογική αναφορά στα Ενετικά νεώρια και η ημιδιαφανής επένδυση της όψης του το εντάσσει στο βιομηχανικό χαρακτήρα του λιμανιού.
Περιβάλλοντας χώρος
Ο λιμένας της Σούδας είναι το επιβατικό και εμπορικό λιμάνι των Χανίων και βρίσκεται στην νότια πλευρά του κόλπου της Σούδας, ανατολικά από τα Χανιά. Ο λιμένας της Σούδας έχει καθημερινή σύνδεση με τον Πειραιά και τους άλλους λιμένες των ελληνικών νησιών, και εξυπηρετεί πολλά κρουαζιερόπλοια που μεταφέρουν τουρίστες στα ελληνικά νησιά.
Η περιοχή επέμβασης βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του λιμένα Σούδας και ορίζει την οργάνωση κίνησης και δραστηριοτήτων σε αυτό το τμήμα της προβλήτας. Η οργάνωση της κίνησης των αυτοκινήτων γίνετε περιμετρικά της περιοχή επέμβασης καθώς κρίνετε αναγκαία η λειτουργική οργάνωση της κυκλοφορίας της προβλήτας λόγω της αυξημένης κίνησης αυτοκινήτων.
Η είσοδος του κτιρίου ορίζεται από μια πλατεία η οποία παραλαμβάνει την έντονη δημόσια ροή της προβλήτας. Η πλατεία ορίζει έναν σαφώς ορισμένο δημόσιο χώρο όπου δίνει την ευκαιρία στάσης στους επισκέπτες. Περιλαμβάνει ένα αμφιθεατρικό χώρο το οποίο προσφέρει ενατένιση στο λιβυκό πέλαγος και η μια άκρη της ορίζετε από μια σειρά από φοίνικες το οποίο είναι χαρακτηριστικό είδος της περιοχής.
ΤΟ ΚΤΙΡΙΟ ΩΣ ΕΝΑ ΣΥΣΤΗΜΑ ΡΟΩΝ
Η πλατεία ακολουθώντας την ροή αυτή, θα επεκταθεί κατά μήκος της προβλήτας καθώς θα διαπεράσει το κτίριο. Το κεντρικό τμήμα του κτιρίου ανοίγεται στη πλατεία και τη δημόσια ροή και συγχρόνως τη σηματοδοτεί με το σχηματισμό της πύλης ανάμεσα σε δύο ισχυρούς πυρήνες . Έπειτα, αφού η δημόσια ροή μεταφερθεί στο πάνω επίπεδο, θα διαχυθεί σε τρεις βασικές κατευθύνσεις: επιβίβαση, αναψυκτήριο, αναμονή. Όλες οι παραπάνω ροές, μεταφρασμένες στις χωρικές τους επεκτάσεις θα διαμορφώσουν τις βασικές πτυχές του επιβατικού σταθμού.
ΤΟ ΚΤΙΡΙΟ ΩΣ ΤΟΠΟΣΗΜΟ
Ο σταθμός αποτελεί το πρώτο στοιχείο που βλέπει κάποιος επισκέπτης καθώς το πλοίο πλησιάζει στο λιμένα. Αυτό ορίζει άμεσα το γεγονός ότι ο επιβατικός σταθμός πρέπει να λειτουργεί ως ένα τοπόσημο και να εντάσσετε αρμονικά στο περιβάλλον. Η ανάγνωση του τοπίου και της προβλήτας οδήγησε στην επιλογή ενός διώροφου κτιρίου το οποίο δεν ξεπερνά τα 10 μέτρα σε ύψος και αναδεικνύεται μέσα από ένα ιδιότυπο δικτύωμα.
Οργάνωση χώρων
Είναι σημαντικό να αναφέρουμε σε αυτό το σημείο τις προγραμματικές απαιτήσεις και ιδιαιτερότητες ενός σταθμού επιβατών. Μια από τις πιο σημαντικές είναι το γεγονός ότι οι επισκέπτες του σταθμού συνήθως δεν είναι εξοικειωμένοι με το περιβάλλον του κτιρίου καθώς μπορεί να είναι η πρώτη φορά που επισκέπτονται τη Κρήτη και το σταθμό. Ακόμα όταν ένα καράβι φτάνει ή φεύγει η εισροή των επιβατών είναι έντονη και συνήθως κυριαρχεί η αναστάτωση και η βιασύνη. Αυτές οι ιδιαιτερότητες οδήγησαν στην επιλογή για μια λειτουργική και καθαρή οργάνωση του κτιρίου όπου ο καθένας θα μπορεί να εξοικειωθεί και θα διευκολύνει την διέλευση των επιβατών.
Ο επιβατικός σταθμός της Σούδας αναλύεται σε δύο ορόφους. Η κάτοψη δομείται με βάση έναν κάνναβο 8.8 επί 9.4 μέτρα. Το ισόγειο υποχωρεί από το μέτωπο της οροφής ώστε να δημιουργήσει ένα κατώφλι- ενδιάμεσο χώρο μεταξύ του ακάλυπτου δημόσιου χώρου της προβλήτας και τον κλειστό χώρο του σταθμού. Παράλληλα προστατεύει τον ισόγειο χώρο από τον ήλιο.
Δυο κατακόρυφοι πυρήνες κυκλοφορίας οργανώνουν την κάτοψη και περιλαμβάνουν την κίνηση, τους χώρους υγιεινής, βοηθητικούς χώρους και τα φρεάτια για της ηλεκτρομηχανολογικές απαιτήσεις. Προγραμματικά το ισόγειο μπορεί να αναλυθεί ως μια βαθμιαία πορεία από το πιο δημόσιο στο πιο ιδιωτικό κομμάτι του σταθμού. Το κτίριο οργανώνετε γύρω από έναν ανοικτό και ευμετάβλητο χώρο εισόδου ο οποίος περιλαμβάνει τον χώρο αναμονής, check in και πληροφοριών. Το κεντρικό μέρος του σταθμού αναδεικνύεται από την παρουσία ενός αιθρίου. Η επιλογή ενός δικτυώματος στο δεύτερο όροφο μας δίνει την δυνατότητα να έχουμε έναν ευέλικτο ισόγειο χώρο 37.3 επί 17.9 μέτρα χωρίς κολόνες. Στοιχείο που επίσης, καθιστά το κεντρικό χώρο ευέλικτο σε μελλοντικές αλλαγές και επεμβάσεις.
Νότια και βόρεια από τους πυρήνες κυκλοφορίας βρίσκετε το πιο ελεγχόμενο μέρος του προγράμματος το οποίο το αποτελούν οι γραφειακοί χώροι. Στο νότιο τμήμα βρίσκετε το τελωνείο, οι θυρίδες φύλαξης αποσκευών και τα γραφεία εξυπηρέτησης κοινού. Στο βόρειο τμήμα βρίσκονται η τουριστική αστυνομία, το ιατρείο, το λιμενικό ταμείο, η τουριστική αστυνομία και τα γραφεία τουρισμού.
Ο κεντρικός χώρος αναμονής επεκτείνεται και στον όροφο, προτού διαμοιραστεί στις βασικές του κατευθύνσεις. Η σύνδεση αυτή γίνεται μέσω της κυλιόμενης σκάλας η οποία δεσπόζει στο κεντρικό αίθριο. Παραβιάζοντας τη κανονικότητα του κάνναβου στον οποίο βασίζεται η δομή του κτιρίου με τη λοξή τοποθέτηση της, τονίζει τη διαδικασία της ανάβασης των επισκεπτών. Ο χώρος αναμονής του ορόφου εξελίσσεται γύρω από το αίθριο σε άμεση επικοινωνία με το κεντρικό λόμπι Σε αυτόν προσκολλάται ο υπερυψωμένος διάδρομος, ενοποιώντας τον σταθμό με το πλοίο και συνάμα επεκτείνοντας το σύστημα της δημόσιας ροής που διαπερνά το κτίριο. Προς το βόριο άκρο βρίσκεται το αναψυκτήριο ενώ προς το νότιο ένας ακόμα χώρος αναμονής και οι δυο πιο αποκομμένοι από την υπόλοιπη ροή. Εδώ η ροή των επισκεπτών-επιβατών φθίνει και τελικά σταματά με φόντο τη θέα προς το Κρητικό τοπίο.
Μελλοντική επέκταση
Το απαιτούμενο πρόγραμμα και των δύο φάσεων προβάλλεται στην έκταση του διαθέσιμου οικοπέδου. Διαπιστώνεται ότι η κάθε φάση, καταλαμβάνει έκταση περίπου όσο αυτή του οικοπέδου εάν αναπτυχθεί σε έναν όροφο. Αντί αυτής το πρόγραμμα της πρώτης φάσης, στοιβάζεται στο δυτικό τμήμα του οικοπέδου σε δύο ορόφους, ελευθερώνοντας το ανατολικό τμήμα ωσότου υλοποιηθεί η δεύτερη φάση.
Στη δεύτερη φάση το κτίριο καταλαμβάνει τη θέση της πλατείας. Αυτό που προτείνουμε είναι το καθρέφτισμα του ίδιου κτιρίου στο δεύτερο μισό του οικοπέδου. Η τοποθέτηση των πυρήνων κίνησης στο εξωτερικό μέρος της δυτικής όψης στοχεύει κεντρική τελικά τοποθέτηση τους όταν ολοκληρωθεί η δεύτερη φάση του επιβατικού σταθμού. Επίσης για την απόφαση της τοποθέτησης τους σε αυτό το σημείο σημαντικό ρόλο κατέχει το γεγονός ότι οι σκάλες κινδύνου και τα ηλεκτρομηχανολογικά φρεάτια μπορούν να εξυπηρετούν το σύνολο του σταθμού.
Βιοκλιματική και ενεργειακή στρατηγική
Ως προς την ενεργειακή απόδοση του κτιρίου θα πρέπει να αναφερθούμε στα βασικά χωρικά στοιχεία που περιγράφουν τους νησιωτικούς παραδοσιακούς οικισμούς. Το αίθριο, ο ημιυπαίθριος χώρος και το σκίαστρο είναι βασικά στοιχεία της ελληνικής ανώνυμης αρχιτεκτονικής τα οποία είναι φυσικά εναρμονισμένα με τις κλιματολογικές συνθήκες της χώρας. Ερχόμενος στον επιβατικό σταθμό κάποιος συναντάει ένα σκιασμένο χώρο ο οποίος προσφέρει ηλιοπροστασία και ανοικτές θέες. Ο δεύτερος όροφος είναι ένα υφαντό από κλειστούς και ημιυπαίθριους χώρους και ο κεντρικός χώρος εισόδου είναι αναγνώσιμος από ένα αίθριο. Το αίθριο χρησιμοποιείται ως ένα μέσο φυσικού αερισμού και δροσισμού του κτιρίου κατά τη διάρκεια της νύχτας. Στο δώμα του κτιρίου τοποθετούνται φωτοβολταϊκά πανέλα και ηλιακοί συλλέκτες, καθώς και εκτατική φύτευση για διευκόλυνση της συλλογής υδάτων και παροχή καλύτερης μόνωσης. Συστήματα γεωθερμικής ενέργειας τοποθετούνται σε βάθος 70 μέτρων κάτω από την επιφάνεια.
‘Οψη
Βασικό στοιχείο της σύνθεση αποτελεί το χωροδικτύωμα το οποίο στηρίζει το δεύτερο όροφο του επιβατικού σταθμού. Είναι ένα στοιχείο το οποίο επιλέχθηκε ώστε να προσφέρει μια ελεύθερη οργάνωση του ισόγειου χώρου χωρίς κολώνες. Παράλληλα με αυτό επιλέχθηκε η ιδιότυπη μορφή καθώς στόχος της πρότασης είναι η δημιουργία ενός τοπόσημου μέσω της επαφής με την κρητική παράδοση. Οι καμπύλες του δικτυώματος αποτελούν μια αναφορά στα ενετικά νεώρια και συνάμα, μια αναφορά στις κρητικές τοιχογραφίες.
Δυο είναι οι βασικές παράμετροι για την επιλογή των υλικών, η αντοχή στις κλιματολογικές συνθήκες καθώς η περιοχή είναι παραθαλάσσια και η δημιουργία αίσθησης δροσισμού κατά την καλοκαιρινή περίοδο. Τα υλικά που προτείνονται δημιουργούν μια αντίθεση στο εσωτερικό του σταθμού επιβατών μεταξύ ψυχρών και θερμών χρωματικών αποχρώσεων. Από την μία προτείνονται υλικά με ψυχρά χρώματα όπως εμφανές σκυρόδεμα στους πυρήνες κίνησης και στο πάτωμα στις αίθουσες αναμονής. Από την άλλη μεριά προτείνετε η χρήση του πωρόλιθου και ξύλου για τις εσωτερικές τοιχοποιίες. Η όψη του δεύτερου ορόφου παρουσιάζεται ως ένας ενιαίος ημιδιαφανείς όγκος. Σε αυτή προτείνεται ένα σύστημα σκίαση είτε σταθερό είτε μεταβλητό όπως μια μεταλλική κουρτίνα. Στην περίπτωση του σταθερού σκίαστρου συνίστατε η χρήση ανοδιωμένου αλουμινίου καθώς εμφανίζει μεγαλύτερη αντοχή σε παραθαλάσσιες περιοχές.