Έδρα των εκδόσεων Mondadori στο Segrate, Milano. Χρειαζόταν σχολιάζει ο Jurgen Joedicke στο «B+W», «κάτι πέρα από το συνηθισμένο, κάτι το ιδιαίτερο, στον βαθμό του να ανταποκρίνεται στο μορφωτικό επίπεδο στο οποίο ο εκδοτικός οίκος αποσκοπεί». Ο Oscar Niemeyer, ο δημιουργός του διακήρυξε «ο Giorgio Mondadori επιθυμούσε κάτι το εξαιρετικό, που θα θύμιζε το έργο του πατέρα του και των συνεργατών του». Εγκαταστάσεις σχηματικής καθαρότητας, όπως φαίνεται από το τοπογραφικό: μετά την είσοδο, 1, ακολουθεί ένα μακρύ γεφύρι που περνάει μια τεχνητή λίμνη, 7, μεταξύ δύο χώρων parking, 2, 3, για να φθάσουμε στο κτίσμα Α, 4, απόλυτα ορθογώνιο, μακρύ, περισσότερο από 200m και φαρδύ 30m: οι πέντε όροφοι του αφήνουν σχεδόν ελεύθερο το ισόγειο και περιέχουν γραφεία (εργάζονται 1400 υπάλληλοι) κρεμαστά στις γιγαντιαίες αψίδες, ύψους 25m. Ελεύθερες είναι αντίθετα οι φόρμες των άλλων δύο κτισμάτων: του Β, 5, ελικοειδές, φιλοξενεί τις συντάξεις των περιοδικών, το κτίσμα C, 6, περιέχει εστιατόριο, αποθήκες, κοινωνικές λειτουργίες: «φόρμα εξ’ ολοκλήρου εσωστρεφής μ’ ένα μοναδικό άνοιγμα προς την γέφυρα…ενώ το κτίσμα Β, ανοίγεται πλατειά προς τα έξω».
«Η μορφολογική σύνθεση, συνεχίζει ο Joedicke, αγνοεί την κατασκευαστική βάση του έργου: δεν είναι τα βασικά κατασκευαστικά στοιχεία, αλλά η διακοσμητική τους πλευρά, που έχει τονισθεί…» και ακόμη «το οικοδόμημα δεν προβάλλεται προς τα έξω, αλλά οι όγκοι έχουν υπαχθεί σε μια γενική καθοριστική φόρμα», παραβιάζοντας έτσι» ένα από τα ταμπού της σύγχρονης Αρχιτεκτονικής».
(Bauen + Wohnen 6/76)