Ένας αέρας καλώς εννοούμενου διεθνισμού επικρατεί στις αρχιτεκτονικές σχολές του εξωτερικού, ιδίως της Αγγλίας, Αμερικής και μερικών σχολών της Σκανδιναβίας. Ο διεθνισμός αυτός δεν πρέπει να συγχέει με το συνώνυμο αρχιτεκτονικό ιδίωμα του περελθόντος, το «διεθνές στυλ». Είναι διεθνισμός πολιτιστικού περιεχομένου, χαρακτηριζόμενος από ανεκτικότητα και διάθεση για μελέτη αρχιτεκτονικών θεμάτων και προβλημάτων χωρών άλλων από την χώρα όπου ευρίσκεται η σχετική αρχιτεκτονική σχολή. Τα πολιτιστικά πλαίσια, οι περιβαλλοντικοί παράγοντες, η αρχιτεκτονική τεχνολογία και συνηθέστατα τα πλαίσια επαγγελματισμού είναι διαφορετικά από τα αντίστοιχα του τόπου όπου η έδρα της αρχιτεκτονικής σχολής.
Η μελέτη για ένα Σπίτι του De Chirici στην Ελλάδα ή για ένα ήλιο-ενεργειακό Ελληνικό χωριό αποτελούν ευπρόσδεκτα θέματα στην Architectural Association του βροχερού Λονδίνου. Ένα πνευματικό κέντρο για διανοούμενους στο Chaco Canyon του Νέου Μεξικού δεν βρίσκει δυσκολία για διπλωματική εργασία από μερικούς καθηγητές στην αρχιτεκτονική σχολή του Tampere της Φινλανδίας, ενώ οι πάμπολλοι ξένοι φοιτητές των Αμερικανικών πανεπιστημίων, συχνότατα ασχολούνται με αρχιτεκτονικά θέματα που έχουν σχέση με τις χώρες προέλευσης τους και κάνουν και διπλωματικές εργασίες. Αυτού του είδους τα θέματα είναι σημαντικότατα γιατί φέρνουν διπλό αποτέλεσμα: ο φοιτητής παίρνει από το δάσκαλο καθοδηγούμενος απ’ αυτόν, ενώ ο δάσκαλος παίρνει απ’ τον φοιτητή, μαθαίνοντας για ένα καινούργιο πολιτισμό, και προβληματιζόμενος σε διαστάσεις που προηγούμενα του ήταν πιθανώς άγνωστες. Τα θέματα αυτά, βρίσκουν το δρόμο τους για τις κατώτερες τάξεις, απλοποιημένα και συνήθως σε αφηρημένη μορφή, συνήθως μετά από την επιστροφή του δασκάλου από ταξίδι του στη χώρα της διπλωματικής του ξένου μεταπτυχιακού φοιτητή του. Ο διεθνισμός συμπληρώνεται με παρεμφερή θέματα που δίνουν κατά καιρούς οι εκάστοτε αλλοδαποί καθηγητές που κατά κανόνα βρίσκονται στα ξένα πανεπιστήμια. Αργά ή γρήγορα, θα κάνει ο Γερμανός ένα διαγωνισμό για τη χώρα του και θα τον δώσει φοιτητικό θέμα ή θα πάρει ο Έλληνας τους φοιτητές του να γυρίσει τα Ελληνικά νησιά κάνοντας θέματα είτε επί τόπου είτε στην επιστροφή, στα στούντιο του πανεπιστημίου του.
Οπωσδήποτε, ο διεθνισμός αυτού του είδους αντιπροσωπεύει μόνο ένα από τους δοκιμασμένους τρόπους για πολύπλοκο και προοδευμένο αρχιτεκτονικό προβληματισμό. Τα αποτελέσματα είναι ευεργετικά από πολλές σκοπιές σημαντικότερο κατά τη γνώμη μου είναι το ξύπνημα του ενδιαφέροντος για ένα πρώιμο προγραμματισμό και ένα μελλοντικό ταξίδι στη χώρα όπου το σπουδαστικό θέμα. Οι συνέπειες τέτοιων ταξιδιών είναι ανυπολόγιστες στη δημιουργία εμπειριών και εικόνων, στη σύσφιξη φιλίας, πολιτιστικών κι επαγγελματικών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων των συγκεκριμένων χωρών. Γι’ αυτό το λόγο ο διεθνισμός αυτός που ακολουθείται στις ξένες αρχιτεκτονικές σχολές είναι ένας καλώς εννοούμενος διεθνισμός.
Το να γνωρίσει ο φοιτητής τον τόπο του, και η ευθύνη της σχολής προς το άμεσον της περιβάλλον, αποτελεί οπωσδήποτε αναντίρρητο αξίωμα, στο οποίο υποθέτω δεν χωράει συζήτηση. Γι’ αυτό το λόγο εδώ αναφερόμαστε μόνο στην περίπτωση του διεθνισμού που διατυπώθηκε παρά πάνω και που αποτελεί κατά τη γνώμη μου μια από τις ενδείξεις ποιοτικής διαφοράς μεταξύ των αρχιτεκτονικών σχολών. Μέσα σ’ ένα αρχιτεκτονικό πρόγραμμα με τόσους φοιτητές, τόσους δασκάλους, τόσα εξάμηνα και τόσα στούντιο πάντα υπάρχει χώρος και χρόνος για ένα ή και για δύο τέτοια θέματα, διπλωματικής στάθμης ή όχι, που με τον τρόπο τους πλουτίζουν τις εμπειρίες και διαστάσεις ποιότητας της σχολής. Με τον καιρό είναι δυνατόν να αναπτυχθούν οργανωμένα διεθνή προγράμματα, και είναι ήδη αρκετές σχολές, ιδίως Αμερικάνικες, που έχουν καταφέρει να αποκτήσουν στέγη και να δημιουργήσουν παραρτήματα σε διάφορες ξένες χώρες προς όφελος των φοιτητών τους.
Ενώ το φαινόμενο του διεθνισμού αυτού πρωτοπαρουσιάστηκε στις αρχιτεκτονικές σχολές της Αμερικής, αρχίζοντας με τη γνωστότερη περίπτωση της αφομοίωσης του Bauhaus απ’ το Χάρβαρντ και JJT (Grotius – Mies) τέτοιες προσπάθειες στο κατά κανόνα συντηρητικό Τέξας ήρθαν κάπως αργά. Το γεγονός ότι είμαι Έλληνας και οι αδιάκοπες επαφές μου με την Ελλάδα τα χρόνια αυτά, μου έδιναν μια επί πλέον διάσταση που έπρεπε να επωφεληθώ για το όφελος των φοιτητών μου. Έφερα πολλούς μαζί μου στην Ελλάδα, ενώ έπαψα να δίνω κατά καιρούς, ανάμεσα σ’ όλα τάλλα θέματα που είχαν απ’ ευθείας σχέση με τον μυθικό γι’ αυτούς ελληνικό χώρο και τον Ελληνικό πολιτισμό. Εδώ λοιπόν διαλέγω να παρουσιάσω συνοπτικά ένα μόνο θέμα που πιστεύω έχει ενδιαφέρον για τον Έλληνα αναγνώστη και φοιτητή, ιδιαίτερα από διπλή σκοπιά: Πέραν από την εργασία των αντιστοίχων συναδέλφων τους, δίνει και μια γρήγορη εικόνα του τι γίνεται στην Αμερική για ένα συγκεκριμένο κτιριολογικό τύπο που τυγχάνει σ’ αυτή την περίπτωση να είναι κοινωνικοθρησκευτικού περιεχομένου. Πιστεύω ότι έτσι κρατώ το θέμα μου στο δια-πολιτιστικό πλαίσιο
Οι εκκλησίες στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι πραγματικά κοινωνικά κέντρα. Το σχολείο, η αίθουσα συγκεντρώσεων και διαλέξεων, η βιβλιοθήκη, ο παιδικός σταθμός, τα γραφεία κοινωνικών λειτουγειών, τα γυμναστήρια, οι βοηθητικοί χώροι παντός είδους, κουζίνες, αποθήκες και μηχανοστάσια, αποτελούν λίγο ως πολύ τα βασικά στοιχεία του κτιριολογικού προγράμματος σχεδόν οποιουδήποτε θρησκευτικού συγκροτήματος, του οποιουδήποτε δόγματος.
Η πλουραλιστική κοινωνία αποκεντρώνεται τις Κυριακές σε θρησκευτικά συγκροτήματα των Αμερικανικών πόλεων και προαστείων. Άσχετα με το δόγμα, και το βαθμό θρησκευτικότητας, οι «εκκλησίες» δουλεύουν κυριολεκτικά σαν κέντρα επικοινωνίας, εδραιώσεως γνωριμιών, ενδυναμώσεως επαγγελματικής αλληλοβοήθειας, διατήρησης κουλτούρας και δοξασιών των διαφόρων εθνικό- θρησκευτικών μειονοτήτων πολιτικής και κοινωνικής κατευθύνσεως. Παρ’ όλο που ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού έχει αποτραβηχτεί τελείως απ’ τα θρησκευτικά καθήκοντα, υπάρχει ένα άλλο, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις των εθνικών μειονοτήτων που διατηρεί τους θρησκευτικούς θεσμούς του ανέπαφους. Επίσης πολλοί νέοι και νέες έχουν γυρίσει τις μέρες αυτές στην εκκλησία, απευθυνόμενοι στους νεαρούς πάστορες που συζητούν μαζί τους πολυάριθμα προβλήματα της κοινωνικής πραγματικότητας των ημερών μας. Τα διαζύγια και οι γνωριμίες για ένα πιο σίγουρο δεύτερο ή τρίτο γάμο συζητιούνται και λύνουν πολιτισμένα στις πάμπολλες εκκλησίες του Αμερικανικού χώρου.
Οι Ιρλανδοί, οι Αρμένηδες, οι Καθολικοί, οι κάθε λογής προτεστάντες, κρατούν επαφή με τις ρίζες της προέλευσης τους χάρη στις πολυάριθμες εκκλησίες της Αμερικής. Οι Συναγωγές και τα Μουσουλμανικά τεμένη δεν αποτελούν εξαίρεση. Το ίδιο συμβαίνει και με τις Ελληνικές εκκλησίες.
Οι Προτεστάντες και οι Καθολικοί έχουν αναπτύξει σημαντική δραστηριότητα στον κτιριολογικό τομέα θρησκευτικό-κοινωνικής αρχιτεκτονικής. Οι προϋπολογισμοί τους, είναι συνήθως πολύ ανώτεροι από τους προϋπολογισμούς άλλων δογμάτων, μια και το εκκλησίασμα τους συμπεριλαμβάνει τα παλαιότερα και οικονομικά ισχυρότερα στρώματα του Αμερικανικού αγάλματος. Οι εβραϊκές συναγωγές έχουν εξελιχτεί επίσης σε αξιόλογα κοινωνικά κέντρα με σημαντικά παραδείγματα στο ρεπερτόριο τους. Ωρισμένες θρησκευτικές μειονότητες όπως π.χ. του δόγματος Μπαχάϊ έχουν χρησιμοποιήσει σημαντικούς και πρωτοποριακούς αρχιτέκτονες για τα θρησκευτικά τους συγκροτήματα. Από τα σημαντικότερα πρόσφατα δείγματα της θρησκευτικό-κοινωνικής αρχιτεκτονικής των ΗΠΑ ξεχωρίζουν ο Ναός των Μπαχάϊ του Αρχιτέκτονα Stanley Tigerman και ο « Κρυστάλλινος» Καθεδρικός ναός του Philip Johnson στο Low\s Angeles.
Το Ελληνορθόδοξο θρησκευτικό-κοινωνικό κέντρο δεν έχει μέχρι στιγμής βρει το δρόμο της σωστής αρχιτεκτονικής έκφρασης. Το κτιριολογικό πρόγραμμα είναι συνήθως περιορισμένο, η δε αρχιτεκτονική έκφραση αρκείται σε παραδοσιακές μιμήσεις. Κατά κανόνα, κακόγουστες βασιλικές και πλαδαρές «Αγία Σοφία» έρχονται σε σύγκρουση με προκατασκευασμένα παραπήγματα που συνήθως επιστρατεύονται για τη στέγη σχολικών εγκαταστάσεων και άλλων κοινωνικών λειτουργειών. Το αναγκαίο parking lot καλύπτεται κατά καιρούς από νοικιασμένες σκηνές «τσίρκου» για την προσωρινή προστασία χώρου γλεντιών και διασκεδάσεων και του ετήσιου «παζαριού». Το κτιριολογικό πρόγραμμα είναι συνήθως υποτυπώδες, στερούμενο των απαραιτήτων κοινωνικών λειτουργιών, αφήνοντας τα θρησκευτικά συγκροτήματα των άλλων δογμάτων να υπερέχουν. Σε ελάχιστα ελληνορθόδοξα θρησκευτικά κέντρα θα βρει κανείς, ιατρική περίθαλψη, οίκο ευγηρίας, γυμναστήριο, μια καλή βιβλιοθήκη, ένα καφενείο. Και οπωσδήποτε τα προβλήματα των χρηστών είναι γιγαντιαία, αν
σκεφτεί κανείς ότι ένα μεγάλο ποσοστό του Ελληνο – Αμερικανικού θρησκευτικού ακροατηρίου δεν καταλαβαίνει σωστά Αγγλικά.
Πολλές κοινότητες προσπαθούν. Ασφαλώς η εξάρτηση από τη Νέα Υόρκη (την Αρχιεπισκοπή του Ιακώβου) είναι αναπόφευχτα δεσμευτικά, οι δε εμπειρίες πλείστων αρχιτεκτόνων με τον συγκεκριμένο πελάτη είναι συνήθως απογοητευτικές. Ένας Έλληνας αρχιτέκτονας στις ΗΠΑ μουχε διηγηθεί μια φορά την εμπειρία του και την απάντηση που πήρε από έναν επίσκοπο όταν ζήτησε την αμοιβή του για τη σειρά εναλλακτικών προσχεδίων που είχε εκπονήσει: «…Μα αν ήταν να πληρώσουμε αμοιβή κ. Σ, τότε παίρνουμε και Αμερικανικό αρχιτέκτονα. Αν κι η κάθε περίπτωση δεν είναι τέτοια, ο σχετικός «βυζαντινισμός» επικρατεί.
Γνώστες της ανωτέρω πραγματικότητας και των βαθύτερων προβλημάτων που χαρακτηρίζουν το Ελληνο – Αμερικανικό περιβάλλον, και μέσα στο πλαίσιο του πολύ-πολιτιστικού αρχιτεκτονικού θέματος αποφασίσαμε να ασχοληθούμε ακαδημαϊκά και με το θέμα του Ελληνορθόδοξου κέντρου. Οι εργασίες που δημοσιεύονται έγιναν από τεταρτοετείς Αμερικανούς φοιτητές σε περίοδο οκτώ εβδομάδων. Οι ομάδες συμπεριλάμβαναν φοιτητές όλων των δογμάτων, μεταξύ των οποίων ένα Τούρκο και τρεις Μουσουλμάνες φοιτήτριες. Το θέμα αγκαλιάστηκε με απερίγραπτο ενδιαφέρον, οι δε Τεχνοκράτες φοιτητές είχαν την ευκαιρία να εντρυφήσουν σε θέματα κουλτούρας έξω από τη δική τους. Οι όροι «Ελλάδα», «Ελληνικά νησιά», «Άγιον Όρος», «Βυζάντιο», «Σύγχρονο κίνημα», «Σαντορίνη», «Άφετε τα παιδιά έλθειν προς με», και πλείστες άλλες έννοιες του Μεσογειακού και Ελληνικού πολιτισμού, σε συνδυασμό με τη μεταφρασμένη Ελληνική λογοτεχνία (Καβάφη, Σεφέρη, Καζαντζάκη, Ταχτσή κ.λ.π.) αποτέλεσαν την προπαρασκευαστική ενασχόληση των Αμερικανών και ξένων φοιτητών.
Η εμπειρία του Ντάλλας, όχι μόνο έβαλε σε τάξη ένα ολοκληρωμένο κτιριολογικό πρόγραμμα για τις ανάγκες του ελληνικού πληθυσμού της περιοχής (4.000 άτομα), όχι μόνο δημιούργησε σειρά αξιόλογων λύσεων που κάλλιστα θα μπορούσαν να βοηθήσουν το εκκλησίασμα στις δυνατότητες που του προσφέρονται, αλλά επί πλέον έφερε τους φοιτητές αντιμέτωπους με τον κόσμο και τις συνήθειες της Ελληνικής παροικίας του τόπου.
Εκτός απ’ τον Τούρκο φοιτητή, που είχε ήδη επισκεφθεί την Ελλάδα, οι τρεις Μουσουλμάνες φοιτήτριες, μια απ’ τον Λίβανο, μια απ’ την Ιορδανία, και η άλλη από το Μπαχράϊν σταμάτησαν και επισκέφτηκαν την Ελλάδα κατά την επιστροφή στην πατρίδα τους. Οι υπόλοιποι νεαροί Αμερικανοί δούλεψαν το καλοκαίρι μαζεύοντας χρήματα για το πρώτο τους ταξίδι στην Ευρώπη που ο πρώτος και μακρόχρονος σταθμός τους προγραμματίστηκε για την Ελλάδα.
Ένα αρχιτεκτονικό θέμα βασιζόμενο σε ανάγκες μιας κουλτούρας άσχετης προς τη δική μας, αν αγκαλιαστεί ειλικρινά μπορεί να αποδώσει καρπούς ανυπολόγιστους άσχετα με την επιτυχία ή όχι του αποτελέσματος. Πολλά σημεία δεν θα γίνουν κατανοητά, η νοοτροπία των χρηστών θα μείνει ως επί το πλείστον άγνωστη, η προσπάθεια όμως θάχει βοηθήσει τον φοιτητή πολύ. Κατά κάποιον τρόπο ο φοιτητής που ασχολείται μ’ ένα τέτοιο θέμα αισθάνεται όπως ο ξένος φοιτητής σε μιαν άλλη χώρα στον πρώτο χρόνο των σπουδών του… και γίνεται πιο γρήγορα ένας «ανεκτικός» άνθρωπος και άνθρωπος του κόσμου.