Το θέμα της προστασίας των παραδοσιακών οικισμών στην Χώρα μας είναι ένα από τα πιο επίκαιρα θέματα που απασχολούν καθημερινά τον Τύπο. Αυτό καταρχήν είναι ένα θετικό σημείο ακόμα και στις περιπτώσεις εκείνων των δημοσιευμάτων που αντί τελικά να συμβάλουν στην διαφώτιση του κοινού και στη χάραξη μιας πιο σωστής πολιτικής από την πλευρά του Κράτους, δημιουργούν συγχύσεις και περιπλανούν.
Θετικό διότι στα πλαίσια του γραπτού διαλόγου δίνεται η ευκαιρία στον αναγνώστη που τον απασχολεί ή απλώς ενδιαφέρει το θέμα να αντιπαραβάλει και άλλες απόψεις.
Σχετικά με την δημοσίευση «Σπίτια Ελληνικά» (Ταχυδρόμος αριθ. 32, Αθήνα 11 Αυγούστου 1977), καταρχήν δημιουργείται η εντύπωση πως οποιοσδήποτε θελήσει να κτίσει ένα μονόροφο ή διώροφο σπίτι σε όλη την Ελληνική Επικράτεια έχει βάσει των όσων γράφονται στο παραπάνω δημοσίευμα το αναντίρρητο δικαίωμα να ζητήσει από την Υπηρεσία Οικισμού – Επιτροπή Παραδοσιακών Οικισμών – δηλαδή το Κράτος 1) να του παραχωρήσει δωρεάν τα σχέδια του τύπου κατοικίας της περιοχής και επειδή οι μελετητές αυτών των τύπων, όπως σωστά αναφέρουν δεν θέλουν «στρατιωτάκια» και 2) να τα προσαρμόσει δωρεά στο οικόπεδό του.
Τι σημαίνει αυτό;
Σημαίνει ούτε λίγο ούτε πολύ, και αυτό μάλιστα σε περίοδο όχι εκτάκτου ανάγκης σεισμών, πλημμύρας κ.λ.π., ότι γίνεται μερική (μονόροφα και διώροφα) «κρατικοποίηση» του επαγγέλματος του Αρχιτέκτονα, Μηχανικού ή οποιουδήποτε άλλου ασχολείται με αυτό το αντικείμενο.
Η εποχή που πολύ χαρακτηριστικά περιγράφει ο Α. Σούτσος:
«Φοίνικες και ταλαράκια το πουγκί μου κουδουνίζει όσα παίρνω σ’ ένα μήνα σ’ ένα χρόνο τα κερδίζεις; … και πατόκορφ απ’ εμένα αι Αθήναι θα κτισθούν τερερέλ λαλά λαλά η δουλειά πάει καλά» έχει περάσει.
Ένα μέρος των συναδέλφων ειδικά των νεώτερων (όχι «πιασμένων») ασχολούνται βιοποριστικά σήμερα με την μονοκατοικία, την άδεια, την προσθήκη κ.λ.π.
Είναι αυτό πράγματι διάθεση του Κράτους; και αν ναι σε πολλές εκατοντάδες ή καλύτερα χιλιάδες υπολογίζεται το προσωπικό που θ’ αντιμετωπίσει οικόπεδο προς οικόπεδο όλη την Ελλάδα (11.692 οικισμοί εκ των οποίων 2.238 είναι αξιόλογοι) και αυτό όχι μόνο στην φάση μελέτης, αλλά και στη φάση εφαρμογής των σχεδίων;
Πρέπει να ειπωθεί ότι στην όλη αυτή προσπάθεια υπάρχει μια βασική αντίφαση. Η αντίφαση της σκοπιμότητας της τυποποιήσεως με την σωστή προσαρμογή στο κάθε οικόπεδο και στις επιθυμίες του κάθε ιδιοκτήτη καταλήγει να είναι οτιδήποτε άλλο παρά τυποποίηση.Γενικά δίνεται η εντύπωση ότι με τους μονόροφους και διώροφους αυτούς τύπους κατοικιών λύνεται πλέον το τόσο ζωτικό πρόβλημα της προστασίας των παραδοσιακών οικισμών και απαλλάσσεται η Ελλάδα από το μπετόν… Μήπως το μπετόν χρησιμοποιείται σε όχι εμφανή τμήματα αυτών των σπιτιών; ή μήπως είναι λίγα τα παραδείγματα της ελληνικότατης προσφοράς του Αρχιτέκτονα Άρη Κωνσταντινίδη ο οποίος χρησιμοποιεί εμφανέστατα το μπετόν; Το πρόβλημα δεν βρίσκεται κατ’ αρχήν στα μονόροφα ή διώροφα κτίσματα, όσο κακόγουστα αυτά και αν είναι, αλλά τους γενικούς οικοδομικούς κανονισμούς (Γ.Ο.Κ) και στις παρεκλήσεις που επέτρεπαν και επιτρέπουν στα πολυώροφα δηλαδή κατασκευάσματα που απειλητικά αλλοιώνουν κάθε γωνία της Ελλάδας, κάθε τι το ελληνικό, το αληθινό που υπάρχει σ’ αυτόν τον τόπο.
Συμπερασματικά πρέπει να τονίστεί ότι:
Το πρόβλημα της προστασίας των παραδοσιακών οικισμών δεν είναι κατ’ αρχήν πρόβλημα μονορόφων ή διώροφων κτισμάτων, δεν είναι πρόβλημα τυποποιήσεως δεν είναι καν πρόβλημα ειδικών όρων δομήσεως όταν αυτοί αποκλείουν κάθε δημιουργικότητα στον αρχιτέκτονα μελετητή.
Είναι καιρός να δοθούν σωστές κατευθύνσεις και προτεραιότητες στην αντιμετώπιση του όλου θέματος. Η επεξεργασία ενός μικρο-μεσο-και μακροπρόθεσμου προγράμματος δράσεως σ’ αυτόν τον τομέα είναι πρωταρχικής σημασίας χωρίς να ξεχνάμε ότι η αντιμετώπιση του θέματος προστασίας, συντήρησης, αναστήλωσης, εξυγίανσης και ανανέωσης παραδοσιακών οικισμών και ιστορικών κέντρων, απαιτεί σήμερα ειδικές πολεοδομικές και αρχιτεκτονικές γνώσεις καθώς και στενή συνεργασία με άλλες ειδικότητες.
Ερασιτεχνισμοί όσο καλοπροαίρετοι αυτοί και αν είναι και προχειρότητες, δεν έχουν καμία θέση, εάν το Κράτος είναι πράγματι αποφασισμένο να χαράξει μια σωστή πολιτική προστασίας των παραδοσιακών Οικισμών στην Χώρα μας και να περισώσει, ότι απέμεινε προτού να είναι πολύ αργά.