“Η συναισθηματική τοπογραφία της περιπλάνησης στην καστροπολιτεία της Μονεμβασίας”
της Κωνσταντίνας Καλομοίρη*
Προσέγγιση έρευνας.
Η επιλογή της καστροπολιτείας της Μονεμβασίας ως αντικείμενο μελέτης της παρούσας έρευνας, ξεκίνησε από το ενδιαφέρον που παρουσιάζει η ιστορική της διαστρωμάτωση, η οποία και την ορίζει αρχιτεκτονικά. Οι αιώνες που την έχουν διαμορφώσει μορφολογικά, δυσκολεύουν μέχρι και σήμερα την ανάγνωση της ευρύτερης περιοχής του βράχου με αποτέλεσμα να ιντριγκάρει το πνεύμα του επισκέπτη. Ένα ονειρικό τοπίο, σχεδόν παραμυθένιο, που καταφέρνει και διεγείρει την φαντασία του επισκέπτη – περιπλανητή. Μέσα απο την επιτόπια ανακάλυψη της καστροπολιτείας στο πεδίο ,σε συνδυασμό με το ιστορικό της υπόβαθρο, ήλθε ως φυσική συνέχεια η περιπλάνηση στα καλντερίμια της, παρατηρώντας και βάζοντας σημάδια στα μονοπάτια που ακολουθούσα, εστιάζοντας κυρίως στο συναισθηματικό αντίκτυπο που είχε στον παρατηρητή.
Ένα άλλο στοιχείο κινητοποίησης της έρευνας αυτής, είναι η εγκατάλειψη και η φθορά που χαρακτηρίζει την Άνω Πόλη, σε συνδυασμό φυσικά με την Κάτω Πόλη. Δύο οικισμοί, άρρηκτα δεμένοι μεταξύ τους, που ο ένας δεν θα μπορούσε να υπάρχει χωρίς τον άλλον. Η σχέση αυτή, με τα σημερινά δεδομένα έχει κατακερματιστεί, αναδεικνύοντας κυρίως στους επισκέπτες του κάστρου την κάτω πόλη με τα σωζόμενα κελύφη, σε σχέση με τα κουφάρια της Άνω. Εξαίρεση αποτελεί φυσικά, στο πλάτωμα του βράχου, η αποκατάσταση της Παναγίας Οδηγήτριας ή αλλιώς Αγίας Σοφίας, που αποτελεί κύριο πόλο έλξης για την Άνω Πόλη , και τους περιπλανητές.
Τα μεθοδολογικά εργαλεία που βοήθησαν στην πραγματοποίηση της παρακάτω έρευνας είναι αρχικά η ιστοριογραφία, η ανάγνωση των υπαρχόντων διαδρομών του τόπου, και αντίστοιχα η οργάνωση και σχεδιασμός των νέων προτεινόμενων διαδρομών με βάση την ‘νοητική εικόνα’ του K. Lynch, καθώς και οι αφηγήσεις της ίδιας της πόλης μέσω των κατοίκων της.
Πραγματοποιήθηκαν δύο ταξίδια στο βράχο της Μονεμβασίας, δύο διαφορετικές εποχές του χρόνου, το ένα τον Νοέμβρη και το επόμενο τον Μάϊο. Αυτό μου επέτρεψε να παρατηρήσω την μεταβολή και την μορφή της, πώς ξεδιπλώνεται το τοπίο στο μάτι του επισκέπτη το Χειμώνα και πώς την Άνοιξη. Υπήρξε η κινητήριος δύναμη, αρκετών συναισθηματικών τοπογραφικών αναλύσεων σε σχέση με την περιπλάνηση.
Χωρικά χαρακτηριστικά.
Το ‘πέτρινο καράβι’ του Γιάννη Ρίτσου, η καστροπολιτεία της Μονεμβασίας ( Μονεμβάσιας ή Μονεμβασιάς), που ξεδιπλώνει στον επισκέπτη ένα τοπίο ασάλευτο μέσα στο χρόνο, είναι ένα ιστορικό χαρακτηρισμένο μνημείο στην ανατολική Πελοπόννησο. Η πόλη οχυρό, ή αλλιώς το ‘μικρό Γιβραλτάρ’, ο βράχος, στην κορυφή του οποίου διαμορφώνεται ένα μεγάλο κεκλιμένο πλάτωμα, πάνω στο οποίο πρωτοκατοικήθηκε η Άνω Πόλη, ο λεγόμενος Γουλάς.
Τόπος ως μνημείο.
Η περίπτωση της καστροπολιτείας, η αξία επίδρασης του χρόνου πάνω στο βράχο, αναφέρεται σε μια μνημειακή αρχιτεκτονική, η οποία συνδέεται με σαφείς προθέσεις και φιλοδοξίες. Η ανά τους αιώνες διαμόρφωση της Άνω και Κάτω πόλης, από διαφορετικούς κυρίαρχους, έχει επιτρέψει την ώσμωση του τόπου αυτού με τα ξεχωριστά λαογραφικά χαρακτηριστικά, καθιστώντας την μνημείο λαογραφικής μνήμης. Έχει καταφέρει παράλληλα να αποκτήσει αξία λειτουργικής χρήσης, τα κτίσματα επανακατοικούνται και φιλοξενούν σύγχρονες ανέσεις. Αυτό φυσικά είναι επίτευγμα κατά ένα μεγάλο ποσοστό των αρχιτεκτόνων Χάρις και Αλέξανδρου Καλλιγά που κάνανε την αρχή, προσφέροντας σε αυτό το μέρος την ελπίδα να ακμάσει ξανά.
Η ιστορική βαρύτητα ενός μνημείου δημιουργεί ένα πυκνό χωρικό και χρονικό νόημα, ένα ευρύ φάσμα συναισθημάτων που προκαλείται στους ανθρώπους. Η ουσία της παράδοσης είναι να ανακαλύπτεται κάθε φορά ξανά το νόημα που έχει ήδη ανακαλυφθεί μέσα στον ορίζοντα της νέας εποχής, έτσι ώστε ‘η προσπάθεια της επιστροφής να γίνεται δύναμη μιας εξέλιξης’.Είναι σημαντικό μέσα από έναν περίπατο, η καστροπολιτεία να υπερβεί την υλική της συγκρότηση και να μετασχηματιστεί σ ένα πεδίο μεταφορικών σημασιών, σ’ ένα νοητικό χώρο σκέψης μέσα από ψήγματα της ιστοριογραφίας της, η οποία θα επιτρέπει την οπτική επαφή ρεαλιστικών στοιχείων στον χώρο και θα παρακινεί στην βιωματική προσέγγιση της πόλης.
Η καστροπολιτεία ως εργαλείο προσέγγισης της ψυχής.
Η Μονεμβασία είναι ένα πλέγμα ιχνών που συσσωρεύονται στο χώρο, ένα σύμβολο διαρκούς παρουσίας που πυκνώνει το υφάδι των σημασιών μιας πόλης με αναμνήσεις και ιστορικότητα βαθιά στους αιώνες. Είναι μια πόλη όπου η ψυχή μπορεί να κατοικήσει. Μέσα από την τοπιοανάλυση , ο χώρος του βράχου, μετατρέπεται σε εργαλείο περιγραφής της ανθρώπινης ψυχής καθώς προσεγγίζεται ως μια τοπογραφία του ψυχισμού. ‘Για να αναλύσουμε την ύπαρξη μας μέσα στην ιεραρχία μιας οντολογίας, για να ψυχαναλύσουμε το χαμένο σε αρχέγονες κατοικίες ασυνείδητο μας, θα πρέπει… να φτάσουμε στο επίπεδο των ονειροπολήσεων στο οποίο παραδιδόμαστε στους χώρους της μοναξιάς μας.’88
Η καστροπολιτεία, είναι μια περίπτωση οργανικής πόλης που διαθέτει άπειρες αναγνώσεις, οικειοποιήσεις και ταυτοποιήσεις τόπων μέσα στην τοπιογραφία της. Το συνονθύλευμα που προκύπτει από το δομημένο , φυσικό και συναισθηματικό περιβάλλον, καταλήγει σ’ ένα εντυπωσιακό αποτέλεσμα που για την καλύτερη δυνατή κατανόηση του, θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί από τον περιπατητή – επισκέπτη ως τόπο με συναισθήματα στον οποίον αποτυπώνονται ιστορικά ίχνη αλλά και σύμβολα αστικής ζωής. Η παρούσα εικόνα της Άνω και Κάτω πόλης, συγχέεται με τη μνήμη και τα νοήματα που ανακαλεί ενώ όσα τμήματα της δεν είναι απολύτως κατανοητά ή αναγνωρίσιμα, όπως τα ερείπια που υπάρχουν σε σημεία της πόλης, τα συμπληρώνει η φαντασία.
Οι εντάσεις που προκαλεί η αισθητηριακή απόλαυση σε συνδυασμό με την ποικιλία ερεθισμάτων που συλλέγει από το τοπίο, αποτελούν στοιχεία μιας ζωντανής πόλης. ‘Υπάρχει μια καθαρή απόλαυση στο να αισθάνεται κανείς τον κόσμο : τα παιχνίδια του φωτός και της σκιάς, η αίσθηση και η μυρωδιά του αέρα, οι υφές, οι ήχοι, τα χρώματα, οι μορφές. Ένας καλός τόπος είναι προσβάσιμος σε όλες τις αισθήσεις. Ένα αισθησιακό περιβάλλον, με συγκεκριμένο χαρακτήρα μετατρέπεται σε στήριγμα για τις προσωπικές αναμνήσεις, συναισθήματα και αξίες, συνδέοντας με τον τρόπο αυτό την ταυτότητα του χώρου με την προσωπικότητα του ατόμου.’
Τα μυστικά του βράχου.
Είναι μια πόλη που προκαλεί τη νοητική οργάνωση της και επιτρέπει τη σταδιακή αναδίπλωση της αντιληπτικής εμπειρίας. Την ανακαλύπτεις σιγά σιγά και ολόκληρη μόνο αν διαθέσεις χρόνο να την περπατήσεις προσεκτικά.. Διαθέτει μια εύληπτη δομή η οποία λειτουργεί ως βάση που επιτρέπει, σε βάθος χρόνου, την εκτενέστερη επεξεργασία της, μέσα από τη σταδιακή εξοικείωση και τον σχηματισμό νέων συσχετισμών.
Τίποτα δεν βιώνεται αυτόνομα, αλλά ως μια συνέχεια αλληλουχίας στο χώρο και στο χρόνο. Η παρούσα εικόνα της καστροπολιτείας στον επισκέπτη – περιπλανητή συγχέεται με τη μνήμη και τα νοήματα που ανακαλεί, καθώς διαμορφώνεται η εμπειρία του παρόντος. Στο τοπίο της Μονεμβασίας, ερχόμαστε αντιμέτωποι με τη δομή της, η οποία ξεφεύγει από τον αντιληπτικό ορίζοντα του επισκέπτη, έτσι η άμεση σωματική εμπειρία συμπληρώνεται από τη μνήμη και τη φαντασία, σύμφωνα με τον Σ. Κονταράτο. Κατά τη διαδικασία διαμόρφωσης της αντιληπτικής εικόνας με την παρούσα κατάσταση της καστροπολιτείας, μπορεί ο περιπλανητής να φέρει ασυνείδητα σε σύγκρουση τα νέα ερεθίσματα με τα όσα ήδη έχει οικειοποιηθεί και γνωρίζει σε έναν άλλον παρόμοιο τόπο που διαθέτει τα χαρακτηριστικά μιας καστροπολιτείας.
Αντίληψη και περιπλάνηση
Η έννοια της ατμόσφαιρας σε συνδυασμό με την αντίληψη που έχουμε για την δομή μιας καστροπολιτείας, συμπυκνώνεται στην συναισθηματική εμπειρία της περιπλάνησης. Μέσα από τα έργα των K. Lynch και C.Norberg Schulz, παρατηρείται ο κατακερματισμός της αστικής εμπειρίας που διαθέτει ένας άνθρωπος, σε επιμέρους ποιοτικά προσδιορισμένες τοπικότητες ως ατμοσφαιρικές ενότητες που πλαισιώνονται από εντοπισμένες τοπογραφικά βιωματικές αφηγήσεις και συνδιαλέγονται μέσα από την περιπλάνηση. Στην προκειμένη περίπτωση βέβαια, δεν αναφερόμαστε σ ’ένα αστικό τοπίο, αλλά θα μπορούσε κανείς να το ονομάσει ένα ιδιόμορφο παραδοσιακό τοπίο, αμύθητης αξίας. Αυτό σημαίνει ότι οι παραπάνω προσεγγίσεις είναι πιο εύκολο να υποστηριχθούν καθώς η ίδια η τοπιογραφία της Μονεμβασίας διαλύει το στερεότυπο μιας κλασικής πόλης.
Ένα μοτίβο συναισθηματικών πεδίων που διαπερνούν την πόλη και τον επισκέπτη της και ορίζεται ως η μελέτη συγκεκριμένων νόμων και επιδράσεων του γεωγραφικού περιβάλλοντος, το οποίο επιδρά άμεσα στην συναισθηματική συμπεριφορά των ατόμων. Η δική τους μετάφραση στην περιπλάνηση , η λεγόμενη ‘Derive’, θέτεται ως ‘πρακτική μιας συναρπαστικής αποκλίνουσας πορείας που βασίζεται στη βιαστική αλλαγή ατμοσφαιρών’. Η περιπλάνηση προσφέρει τα στοιχεία για τη δομή της ψυχογεωγραφικής οργάνωσης της τοπιογραφίας. Το τοπίο της καστροπολιτείας, εισάγει σκηνές που χαρακτηρίζονται από συνεχή αλλαγή συναισθημάτων και ατμόσφαιρας, δημιουργώντας στον περιπατητή μια ‘σύγχυση’ που καταλήγει να τον βγάζει από την πορεία του, γοητευμένος από κάποια μορφή στο χώρο που ερέθισε τις αισθήσεις του. Είναι ένα τοπίο πλάνη, δημιουργεί ψευδαισθήσεις και συνθέτει σκηνικά που διηγούνται μια διαφορετική ιστορία με βάση το συναισθηματικό επίπεδο του περιπλανώμενου.
Η προσέγγιση του K. Lynch υπήρξε η βάση κυρίως για την μελέτη χάραξης των μονοπατιών, καθώς ο ίδιος εισάγει τις έννοιες του κόμβου, του μονοπατιού, του ορίου και της περιοχής, οι οποίες αποτελούν βασικά στοιχεία προσανατολισμού του ανθρώπου στο χώρο. Μέσα από ιδιαίτερες ατμόσφαιρες , ο χώρος της πόλης ερμηνεύεται ανάλογα με το ψυχικό του αντίκτυπο. Η γνωριμία με τον χαρακτήρα μιας πόλης, οφείλει την ύπαρξη της στο τρόπο που έχει λάβει το σώμα τα ερεθίσματα από το περιβάλλον κατά την περιπλάνηση του, έτσι ώστε να δημιουργηθεί η νοητική εικόνα του χωρικού σχηματισμού.
Δομή προσέγγισης των χαράξεων
Η διαδρομές, σχεδιάστηκαν με έμφαση στην σύνδεση αρχιτεκτονικών μορφολογικών στοιχείων της πόλης που είναι σημαντικό να αναδειχθούν, καθώς η αντίληψη λαμβάνει ερεθίσματα για την απόδοση της ταυτότητας, της αναγνώρισης των χαρακτηριστικών που κάνουν το κάθε στοιχείο να ξεχωρίζει από το σύνολο. Η ιστορία της εξέλιξης της πόλης που δεν έχει τρόπο να φανεί διαφορετικά και αφηγείται μέσα από μορφές, καδραρίσματα και χαράξεις, είναι τα σημεία αναφοράς που σε συνδυασμό με τις κινήσεις του περιπατητή, οργανώνουν μια ατμόσφαιρα μοναδική. Η πορεία του μονοπατιού, που χαρακτηρίζεται από συνεχείς εναλλαγές φωτός, η χωρική εμπειρία που προσφέρει διακυμάνσεις κατά την πορεία, προκαλεί συνδέει τις βιωματικές εμπειρίες του ατόμου κατευθείαν με τον τόπο. Νοητά ενώνει τα θραύσματα που εντοπίζει σε αυτή του την περιήγηση με τις κυριολεκτικές συνδέσεις τους.
Τα σημεία στάσεων που επιλέχθηκαν στις διαδρομές, δεν επικοινωνούν βάση κυριολεκτικών συνδέσμων , αλλά προτείνουν νέους χρονικούς και χωρικούς συσχετισμούς, επαναπροσδιορίζοντας το νόημα της απόστασης, ανάλογα του βαθμού οικειοποίησης. Η ελεύθερη κίνηση, το βιαστικό πέρασμα μέσα από ποικίλες ατμόσφαιρες της πόλης . Τα κτίσματα και οι ελεύθεροι χώροι που έχουν επιλεχθεί, επιτρέπουν στο παρατηρητή να βιώσει τη πόλη σε βάθος χρόνου, ως ένα πέρασμα από τη μια στάση στην άλλη, εντοπίζοντας την ατμοσφαιρικότήτα τους και επιλέγεται να επαναπροσδιοριστεί η όψη της πραγματικότητας του οικισμού, μιας όψης που κανείς την βλέπει με διαφορετικό μάτι έπειτα την ακολουθία των παραπάνω διαδρομών. Σύμφωνα με τον Lynch, είναι σημαντικό το μυστήριο που χαρακτηρίζει τις επιλεγμένες μορφές, να υπόσχεται τη λύση του, μέσα από την ένταξη του σ’ ένα ευρύτερο οργανωμένο σύστημα. Το απόλυτο χάος μπορούν να αντιστρέψουν την πρόθεση των παραπάνω χαράξεων.
Διαδρομές μνήμης και αναβίωσης
Μέσω της ‘οργανωμένης’ περιπλάνησης που προτείνεται παρακάτω, θα απομνημονεύσει κάθε πληροφορία που θα ερεθίσει τη μνήμη του, θα αναγνωρίσει στο πέρασμα του αξίες και στοιχεία που μπορεί να τα τοποθετήσει στο βιωματικό του παρελθόν και όσα στοιχεία δεν μπορεί να αναγνωρίσει θα τα συμπληρώσει φαντασιακά. Τέλος, όταν θα φτάσει στο σημείο τερματισμού του, θα γίνει μια τελική ανάκληση όλων αυτών, χρησιμοποιώντας και τις πέντε του αισθήσεις, και θα αποτυπωθεί ο τόπος μέσα του με έναν τρόπο που θα του υποδείξει ασυνείδητα την επόμενη του διαδρομή.
Συμπεράσματα
Ο αφαιρετικός σχεδιασμός διαδρομών αναβίωσης , ο οποίος επήλθε σαν ιδέα έπειτα της δικής μου περιπλάνησης στο πεδίο , ισχυροποιώντας την ιδέα ενός υπαίθριου μουσείου μνήμης σε άνω και κάτω πόλη που θα αναδείξει στοιχεία στον επισκέπτη όσα δεν είναι εμφανή με γυμνό μάτι ή δεν θα τα ανακαλύψει και ποτέ , αποκάλυψε ότι η περιπατητική εμπειρία λαμβάνει καθοριστικό ρόλο στην αντίληψη ενός χώρου. Με την κατάλληλη επιλογή κόμβων, αξιοθέατων και με την βοήθεια των ορίων και των περιοχών, μπορεί κανείς να διαβάσει εύκολα και εις βάθος τον χαρακτήρα μιας πόλης, ειδικά αν τα παραπάνω ερμηνευτούν στα πλαίσια της ψυχογεωγραφίας, ενεργοποιώντας τις αισθήσεις και τη μνήμη. Σε όλη τη διαδικασία, διαθέτει πρωταρχικό ρόλο η όραση, η αίσθηση που παρέχει βασικές πληροφορίες για την χωρική δομή.
Ο άνθρωπος συντίθεται από τα βιώματα του και είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τους τόπους του. Η περιπλάνηση σε ένα τοπίο αφορά την ανθρώπινη εμπειρία και προκαλεί στον περιπατητή μια διαισθητική αναγνώριση της τοπιογραφίας που διασχίζει. Αν επιτρέψουμε στους εαυτούς μας να νιώσουμε το χώρο, να αφουγκραστούμε τα παλίμψηστα, θα τον κατανοήσουμε καλύτερα. Η κάθε αρχιτεκτονική παρέμβαση, ακόμα και οι νοητές χαράξεις σαν αυτές που πραγματοποιήθηκαν σε αυτή την έρευνα, απαιτεί την γνώση του τόπου, η οποία κερδίζεται μέσω της περιπλάνησης και αποκαλύπτει μυστικά χρήσιμα για την ανάγνωση του.
(*) “Τίτλος Εργασίας:
Η συναισθηματική τοπογραφία της περιπλάνησης στην καστροπολιτεία της Μονεμβασίας”
Φοιτήτρια: Καλομοίρη Κωνσταντίνα
Επιβλέπων: Τουρνικιώτης Παναγιώτης
Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο_Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών
Ημερομηνία Παρουσίασης: 26/09/2018