Παράδοση και χώρος είναι δύο λέξεις που ξεχάστηκαν από τον άνθρωπο της βιομηχανικής επανάστασης. Σήμερα, εποχή κατ’ εξοχήν αμφισβητήσεων και προβληματισμού οι δύο λέξεις αυτές μας είναι πολύ χρήσιμες.
Εξ ορισμού παράδοση είναι η προφορική ή και γραπτή μεταφορά συνηθειών από μια γενιά στην άλλη. Άλλες φορές πάλι η μεταφορά γίνεται με παραδείγματα. Στη συνέχεια ο χώρος είναι μια έκταση που ορίζεται από καθορισμένα σημεία. Σ’ αυτή την έκταση ζει και αναπτύσσεται μια κοινωνία που μεταφέρει τις συνήθειες της από γενιά σε γενιά. Χώρος και κοινωνία, κοινωνία και παράδοση, είναι σχήματα που συνυπάρχουν σήμερα ιδίως στον αγροτικό χώρο. Έτσι ο μελετητής της παράδοσης και του χώρου βρίσκεται κατ’ εξοχήν στις αγροτικές περιοχές.
Το Ζαγόρι αποτελεί ακόμα στις μέρες μας ένα χώρο με παράδοση. Η έκταση του, περίπου, καταλαμβάνει το 1/5 του Νομού Ιωαννίνων και διοικητικά υπάγεται στην επαρχία Δωδώνης.
Ανεξάρτητα όμως απ’ αυτή τη διοικητική διαίρεση θα δούμε παρακάτω τα όρια του Παραδοσιακά Ζαγορίσιου χώρου. Το Ζαγόρι ορίζεται απ’ ένα τρίγωνο που έχει κορυφές τις πόλεις, των Γιαννίνων, τη Κόνιτσας και του Μετσόβου.
Τα παραδοσιακά γεωγραφικά όρια του Ζαγορίσιου χώρου είναι από βορρά προς Ανατολή το βουνό Τύμφη μη ψηλότερη κορυφή της Γκαμήλας, (2480) και το ποταμό Αώο που έχει τις πηγές του στο Ζαγοροχώρι Βώβουσα.
Από Ανατολή προς Νότο το βουνό Μαυροβούνι του Μετσόβου, (2100μ) την κοιλάδα του Ποταμού Βάρδα μέχρι την συμβολή του με το Ζαγορίσιο, (παραπόταμοι του Άραχθου).
Από Νότο προς Δύση το επίμηκες βουνό Μιτσικέλι, (1810μ) και από Δύση προς Βορρά την Πόλγη, (Λεκάνη) της Κόνιτσας.
Ο χώρος μέσα σ’ αυτά τα γεωγραφικά όρια ταυτίστηκε με την παράδοση, αυτή δε με τη σειρά της ιδιαίτερα τον χαρακτήρισε.
Οι κοινωνικές και οικονομικές μεταβολές καθώς επίσης και η πολιτιστική άνοδος που πραγματοποιήθηκαν στο Ζαγόρι κατά τον 17ο, 18ο, 19ο αιώνα αποτυπώθηκαν στο δομημένο περιβάλλον.
Στην περίοδο αυτή με το εμπόριο συγκεντρώθηκαν μεγάλα κεφάλαι στα χέρια Ζαγορισίων που ζητούσαν ασφαλείς επενδύσεις. Έτσι δημιουργήθηκε μια ανθρώπινη και υλική υποδομή στο Ζαγορίσιο χώρο για να δεχθεί την μεγάλη ροή των κεφαλαίων. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι χτίστηκαν από το 1750 έως το 1868, πάνω από 70 γεφύρια στο Ζαγόρι.
Ο Ζαγορίσιος χώρος από την Τουρκική κατοχή μέχρι το 1868 διοικείται από Έλληνες. Μια σειρά από διατάξεις καθιστούν τον χώρο προνομιούχο.
Οι διοικητικές αυτές διευκολύνσεις επιτρέπουν την ανάπτυξη της κατάλληλης υποδομής για να δεχθεί τα κεφάλαια που προέρχονται από την εμπορική – αστική τάξη.
Ένας ορεινός αγροτικός χώρος κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες μετατρέπονται σε αστικό. Τα σπίτια ανάλογα με την οικονομική κατάσταση χτίζονται με μεγαλύτερες διαστάσεις. Η οικονομική κατάσταση καθορίζει και την κοινωνική. Οι προύχοντες και ο Ζαγόρ-Βεκύλης είναι άτομα που προέρχονται από πλούσιες οικογένειες.
Μεταξύ των άλλων συνηθειών είναι και οι δωρεές. Τα γεφύρια, τα λιθόστρωτα, οι βρύσες, τα σχολεία, οι εκκλησίες κατασκευάζονται από τις δωρεές χρημάτων των πλουσίων. Οι δάσκαλοι, οι ιερείς πληρώνονται από τους πλουσίους, ακόμα και τα ορφανά κορίτσια προικοδοτούνται από χρήματα των πλουσίων.
Η εργασία στο Ζαγορίσιο χώρο κατανέμεται ανάλογα με την προέλευση των ανθρώπων. Αρβανίτες και Σουλιώτες καλλιεργούν τα χωράφια. Οι Σαρακατσάνοι ασχολούνται με την κτηνοτροφία, είναι νομάδες και μένουν έξω από τους οικισμούς σε καλύβες. Οι γύφτοι κατοικούν στην περιφέρεια του χωριού και ασχολούνται με τις σιδηροκατασκευές και τη μουσική για τα πανηγύρια και άλλες γιορτές.
Η δομή και η λειτουργία της Ζαγορίσιας κοινωνίας διαγράφεται επί σειρά ετών στο φυσικό αλλά και το δομημένο περιβάλλον. Δημιουργεί και πλάθει τον Ζαγορίσιο χώρο. Μετατρέπει μια αγροτική ορεινή περιοχή σε αστικό χώρο.
Οι ασχολίες των κατοίκων, γεωργία, κτηνοτροφία, δάσος παραμένουν σε δεύτερο επίπεδο, ως προς τον χαρακτηρισμό του χώρου. Στο Ζαγόρι επικρατεί μια τάξη πλουσίων αστών.
Με τα σημερινά δεδομένα θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο χώρος μετατρέπεται σε παραθεριστικό κέντρο. Πλούσιοι έμποροι, ταξιδεμένοι έρχονται να περάσουν λίγο καιρό, συνήθως από τον Άϊ Γιώργη μέχρι του Άϊ Δημήτρη, ή τα τελευταία χρόνια της ζωής τους.
Τα σπίτια παίρνουν αστικό χαρακτήρα. Το παλιό χαμηλό σπίτι μετατρέπεται σε διώροφο και τριώροφο .
Η αρχική και λειτουργία αλλάζει. Δημιουργείται η κραββάτα (σαλόνι), χώρος μεγάλος για υποδοχή επισκεπτών και για γιορτινές εκδηλώσεις. Η αστική μορφή των σπιτιών αναπτύσσεται τόσο που στο χώρο υποδοχής πολλές φορές προβλέπεται και ειδική εξέδρα για τους μουσικούς.
Κάτω από τέτοιες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες γεννιέται και η ανάγκη της ξένης τέχνης. Έτσι το χτίσιμο των σπιτιών, των εκκλησιών, των γεφυριών και για τον διάκοσμο τους καλούνται στο Ζαγόρι ονομαστοί μαστόροι της εποχής. Οι τεχνίτες έρχονται κυρίως από τα Κονιτσοχώρια αλλά και από την Βόρειο Ήπειρο και την Δυτική Μακεδονία.
Γνωρίζουμε πάρα πολλά για την μορφολογία των σπιτιών, από εργασίες που έχουν γίνει. Η αρχιτεκτονική στο Ζαγόρι δεν είναι άγνωστη, ένα μεγάλο μέρος διατηρήθηκε μέχρι τις μέρες μας. επίσης, κυρίως την τελευταία δεκαετία, έχουμε πολλά στοιχεία για την οικονομία, την κοινωνία από διάφορες μελέτες οργανισμών, υπουργείων και ιδιωτών.
Μεγάλη ανάγκη όμως είναι να γνωρίσουμε με την εποπτία έρευνα στο χώρο την παράδοση. Χρειάζεται όμοια για όλη την Ελληνική Επαρχία να καθορίσουμε τους γεωγραφικούς χώρους μικρότερης κλίμακας με οδηγό την παράδοση.
Διάφοροι μελετητές έχουν την ανάγκη μεθόδων που θα βοηθήσουν στη βαθειά γνώση κάθε χώρου, ώστε να δοθούν περισσότερο σωστές λύσεις στα προβλήματα τους. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε τα γεωγραφικά όρια κάθε χώρου ανεξάρτητα από την διοικητική διαίρεση τους.
Θα τελείωνα λέγοντας, ότι η γνώση του χώρου και της παράδοσης είναι απαραίτητη για τη λύση κάθε προβλήματος και για κάθε πρόταση και προοπτική οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής ανάπτυξης.
ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΡΑΠΟΓΛΟΥ: Αρχιτέκτων D.P.L.G., Αρχιτεκτονική Σχολή Αρ. 1 της Σχολής Καλών Τεχνών στο Παρίσι, 1976. D.E.A. Γεωγραφίας, Περιβάλλοντος, 1977. |