Λευκάδα
Παρατηρήσεις πάνω στα κατασκευαστικά προβλήματα που έπρεπε να αντιμετωπισθούν, στην επισκευή των σπιτιών στα πλαίσια του προγράμματος Ε.Ο.Τ. 1976, για την δημιουργία ενοικιαζομένων δωματίων.
Οι παρατηρήσεις αυτές αφορούν πρώτα τον εντοπισμό της παραδοσιακής κατασκευής των σπιτιών, δεύτερον την διαπίστωση του εκφυλισμού της και τρίτον τις προτάσεις για την εξυγίανση της.
1. «Παραδοσιακή Κατασκευή»
Η κατασκευή των σπιτιών στη Λευκάδα, στην χώρα, στην πρωτεύουσα δηλαδή του νησιού, βασίζονται στις εξής γενικές γραμμές. Το ισόγειο του σπιτιού είναι σχεδόν πάντα, πέτρινο. Ο όροφος ή οι όροφοι είναι από ξύλο. Οι ξύλινοι όροφοι κάθονται πάνω στο πέτρινο ισόγειο, αλλά συγχρόνως στηρίζονται και σ’ ένα σύστημα ξύλινου σκελετού που υπάρχει παράλληλα με το πέτρινο ισόγειο. Είναι το λεγόμενο «ποντελάρισμα». Ο ξύλινος αυτός σκελετός δημιουργεί μια δεύτερη στήριξη για τους ορόφους αλλά συγχρόνως τους ανεξαρτοποιεί και από την πέτρινη κατασκευή του ισογείου. Έχουμε δηλαδή μια διπλή δυνατότητα για την στήριξη του σπιτιού, η οποία βέβαια δρα ευεργετικά στην περίπτωση σεισμού. Έχει δε συμβεί πολλές φορές να πέφτουν ολόκληροι τοίχοι του ισογείου και ο όροφος να μένει ανέπαφος. Άξια προσοχής είναι η θεμελίωση των σπιτιών της χώρας. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η πόλη της Λευκάδας είναι χτισμένη πάνω σε έδαφος κακό, από το οποίο το ½ περίπου είναι προσχώσεις και λάσπη. Η χώρα επίσης βρίσκεται σε μηδέν υψόμετρο από τη θάλασσα. Με αποτέλεσμα να κολυμπάει κυριολεκτικά, στο νερό. Στις εκσκαφές θεμελίων βρίσκουμε σε 20-30 εκ. νερό κάτω από την επιφάνεια του εδάφους. Σ’ όλα πρέπει να προστεθεί και ο μεγαλύτερος συντελεστής σεισμικότητας της Ελλάδας, πράγμα που έδρασε και δρα καταλυτικά στις κατασκευές της Λευκάδας. Πριν λοιπόν ρίξουν τα καθ’ αυτά θεμέλια του σπιτιού, τα οποία βέβαια ήταν από πέτρα, τοποθετούσαν σ’ όλη την επιφάνεια, που θα καταλάμβανε η οικοδομή, ένα πλέγμα φτιαγμένο από ξύλινα δοκάρια. Τα ξύλα αυτά ήταν από κορμούς ευκαλύπτων που έμειναν πριν να χρησιμοποιηθούν, για ένα διάστημα βουτηγμένοι στην «μούτελη» όπως λέγεται η θαλασσινή λάσπη. Ο ευκάλυπτος έχει την ιδιότητα, μέσα σ’ αυτή την λάσπη να μην διαβρώνεται, αλλα αντίθετα να στεγανοποιείται και έτσι να αντέχει στην φθορά.
Το σύστημα αυτό βέβαια σήμερα είναι κατανοητό. Έχοντας δεδομένο το πολύ κακό έδαφος, η ενοποιημένη θεμελίωση ήταν η μόνη σωστή, αντιμετώπιση. Ένα άλλο πλεονέκτημα της κατασκευής αυτής θα πρέπει να θεωρηθεί η ελαστικότητα που έτσι εξασφαλιζόταν για το σπίτι, σε σχέση με το έδαφος. Έτσι πάλι σε περίπτωση σεισμού ο όγκος του κτιρίου έχει αρκετή ανεξαρτησία κίνησης από το γύρω έδαφος. Οι ξύλινοι τοίχοι, του ορόφου, ή των ορόφων, χωρίζονται στους φέροντες και στους απλούς διαχωριστικούς, τα τραμέτζα. Οι φέροντες τοίχοι είναι αρκετά παχείς. Βρήκα διατομές 18/18 εκ. και 22/22 εκ. Τα ξύλα αυτά πλέκονται σε ξυλοδεσιά κατά τον γνωστό τρόπο. Ενδιαφέρον στοιχείο στον τοπικό τρόπο κατασκευής είναι η ενίσχυση των γωνιών με τα λεγόμενα στραβόξυλα (ίδε εικ. 3). Αυτά είναι κομμάτια από εληά, από την φύση τους αναπτυγμένα στραβά όχι δηλαδή ίσια. Η κάμψη τους φτάνει να είναι τόσο μεγάλη ώστε να πελεκιέται από αυτά κανονική ορθή γωνία. Οι γωνίες αυτές και σαν μορφή αλλά και σαν ποιότητα ξύλου συντείνουν πολύ στην αντοχή των ξύλινων κατασκευών. Τα κενά, της ξυλοδεσίας πληρώνονται με τούβλα. Από την εξωτερική πλευρά γινόταν ξύλινη επένδυση με κάθετες σανίδες, σε όλη την επιφάνεια του σπιτιού. Εσωτερικά καρφώνονται πάνω στα ξύλα της ξυλοδεσίας, λεπτές σανίδες (καδινέλες), παράλληλα μεταξύ τους και οριζόντιες, και πολύ κοντά η μία από την άλλη. Αφού ο τοίχος καλύπτετο όλος με τις σανίδες αυτές, τις οποίες παλεκούσαν για να έχουν άγρια επιφάνεια και οι οποίες είχαν σκοπό να είναι η Βάση για τον σοβά, ο τοίχος σοβατιζόταν.
Οι εσωτερικοί τοίχοι, ακολουθούσαν την ίδια κατασκευή. Μόνο που επειδή οι τοίχοι αυτοί σοβατίζονταν και από τις δύο πλευρές, η επένδυση της ξυλοδεσίας με τις σανίδες γινόταν και από τις δύο πλευρές, του τοίχου. Η κατασκευή αυτή χώλευε στο ότι ο σοβάς δεν πιάνει καλά πάνω στο ξύλο. Αποτέλεσμα αυτού ήταν οι πολλές ρωγμές των σπιτιών στους τοίχους, όπου έσπαζε ο σοβάς, σαν το πιο, συνηθισμένο αποτέλεσμα των σεισμικών δονήσεων. Επίσης το ξεκόλλημα ολόκληρων κομματιών σοβά από τους τοίχους. Οι ρωγμές αυτές δεν σημαίνουν και φθορά του φέροντος οργανισμού. Γι’ αυτό σε αρκετές περιπτώσεις επισκευής, ξύσαμε εντελώς το σοβά του τοίχου και τον ξαναφτιάξαμε με βάση το Δεβρομετάλ.
Στους εσωτερικούς τοίχους, πολλές φορές η πλήρωση των κενών της ξυλοδεσίας γινόταν με σπαρτό ξερό, ένα χόρτο το οποίο έπαιξε το ρόλο και κάποιου μονωτικού. Αυτό βέβαια έκανε την κατασκευή ακόμα πιο ελαφριά, βασική επιδίωξη των κατοίκων της χώρας. Επίσης αντί για σανίδα σαν βάση για τον σοβά χρησιμοποιούσαν πολλές φορές και ακαθάριστα καλάμια. Μια άλλη δυνατότητα για την πλήρωση των κενών της ξυλοδεσίας βρήκα σε χωριό της Λευκάδας. Ήταν με πορόλιθο. Ο πορόλιθος ήταν κομμένος ακριβώς στο σχήμα και το μέγεθος του κενού της ξυλοδεσίας, και εφάρμοζε εντελώς.
Τέλος η στέγη. Η στέγη στερεώνεται στους εξωτερικούς τοίχους και δεν έχει καμία σχέση με την εσωτερική διαρρύθμιση εκτός των περιπτώσεων πολύ μεγάλων σπιτιών που ενδιάμεσοι φέροντες τοίχοι ήταν απαραίτητοι. Στην προκειμένη περίπτωση αποκτούσε και η στέγη ένα ακόμα στήριγμα. Έτσι χτίζονται οι εξωτερικοί τοίχοι, μετά η στέγη και στο τέλος, γίνονται η εσωτερική διαρρύθμιση, το χώρισμα, του σπιτιού. Από πολεοδομικής πλευράς, άξιο για παρατήρηση είναι το γεγονός, ότι στα πυκνοκατοικημένα και μικρά οικοδομικά τετράγωνα της χώρας, η στέγη σαν μορφή ενοποιημένη ακολουθούσε ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο. Το κάθε σπίτι δεν είχε την δική του στέγη (από πλευράς μορφής) αλλά είχε κάθε φορά το κομμάτι (μεσαίο ή ακραίο) που ήταν αναγκαίο για την συμπλήρωση της ενοποιημένης στέγης.
Αυτή σε πολύ γενικές γραμμές είναι η μέθοδος της παραδοσιακής κατασκευής των σπιτιών στη χώρα. Σαν ελάχιστα μορφολογικά στοιχεία, για συμπλήρωμα της εικόνας αυτής θα έπρεπε ίσως να αναφέρω τα κιγκλιδώματα των μπαλκονιών ήταν πάντα από συμπαγές σίδερο, οι πόρτες και τα παράθυρα ξύλινα σε διάφορες εκτελέσεις ανάλογα με την εποχή που κατασκευάζοντο και τέλος η διάρθρωση των όψεων των σπιτιών ακολουθούσε στην μεγαλύτερη τουλάχιστον χρονική περίοδο την αυστηρή διάταξη των νεοκλασσικών προτύπων. Τέλος η πολεοδομική διάρθρωση της χώρας είναι η τυπική μορφή της μεσαιωνικής πόλης με όλα τα έπι μέρους χαρακτηριστικά του πολεοδομικού και κοινωνικού αυτού πλέγματος.
2. Σταδιακός εκφυλισμός της κατασκευής
Το πρώτο σημάδι ξεπεσμού της κατασκευής ήταν η αντιμετώπιση του προβλήματος που δημιουργήθηκε με την φθορά των εξωτερικών ξύλινων επενδύσεων. Σ’ ένα μέρος δε τόσο υγρό σαν την Λευκάδα, η διάβρωση του ξύλου ήτανε βέβαιη και μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Η αντικατάσταση μιας ξύλινης επένδυσης γινόταν δύσκολη και από πρακτικής αλλά κυρίως από οικονομικής πλευράς. Έτσι επικράτησε από πολύ παλιά η συνήθεια να καλύπτουν την εξωτερική επιφάνεια των σπιτιών με ίσια ή αυλακωτή λαμαρίνα. Ένα καινούργιο υλικό που προστάτευε από την υγρασία και ήταν συγχρόνως πολύ ελαφρό. Ο εκφαυλισμός αυτός της κατασκευής έφερε και έναν ολοκληρωτικό εκφαυλισμό της αισθητικής των σπιτιών. Σήμερα σε γενικές γραμμές συνεχίζεται η παλιά κατασκευαστική σειρά. Κάτω πέτρα, πάνω ξύλο. Μόνο που τώρα η πέτρα του ισογείου αντικαταστάθηκε από το μπετόν και το τούβλο. Βέβαια σήμερα πολλοί χτίζουν όλους τους ορόφους με μπετόν και τούβλα. Οι περισσότεροι όμως κάτοικοι επειδή αισθάνονται περισσότερη ασφάλεια μέσα στα ξύλινα σπίτια προτιμούν μετά το ισόγειο να συνεχίζουν με ξύλο. Τα προβλήματα της παλιάς κατασκευής, σε συνδυασμό με τα καινούργια υλικά που κυκλοφορούν στην αγορά, οδήγησαν σε άλλες εκτελέσεις της ξύλινης κατασκευής, όλες σχεδόν αυτοσχέδιες, που θα μπορούσαμε, να τις χαρακτηρίσουμε σαν ξεπεσμό μάλλον της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής της ξύλινης, παρά σαν προσαρμογή της στην μοντέρνα τεχνική. Και πρώτα γίνεται μεγάλη απλοποίηση στο πλέξιμο των ξύλων στις φέρουσες ή όχι ξυλοδεσιές. Βλέπουμε τα ξύλα να ακουμπάνε ομόνο το ένα πάνω στο άλλο και να καρφώνονται, αντί της σωστής σύνδεσης των ξύλων όπου το ένα εισχωρεί στο άλλο ανάλογα με τη θέση του. Αυτό δείχνει ότι το μπετόν εξαφάνισε τους παλιούς μαστόρους, οι δε νέοι μιμούνται εκ των ενόντων πολύ άσχημα τις σωστές ξύλινες κατασκευές. Αυτό θα μπορούσε να αποδοθεί και στο ότι και οι μηχανικού που βγάζουν τις άδειες έχουν πλήρη άγνοια της ξύλινης κατασκευής, και έτσι να μην δίνεται καμία οδηγία στους μαστόρους που και αυτοί με την σειρά τους, οι περισσότεροι είναι ανειδίκευτοι. Επίσης η ξυλοδεσία των εξωτερικών τοίχων γίνεται με ξύλα πολύ μικρής διατομής, ακατάλληλα για φέροντες και εξωτερικούς τοίχους. Η πλήρωση των κενών γίνεται με φελιζόλ που τοποθετείται αρκετά τυχαία. Εξωτερικά κάνουν ένα πέτσωμα με τάβλες αραιά τοποθετημένες και πάνω τοποθετούν την λαμαρίνα.
Εσωτερικά επενδύουν τους τοίχους με νοβοπάν, τις περισσότερες φορές σε ακανόνιστα κομμάτια και μετά το βάφουν. Το ίδιο γίνεται και με τους εσωτερικούς τοίχους όπου αυτοί βέβαια επενδύονται και από τις δύο πλευρές με νοβοπάν. Το νοβοπάν το χρησιμοποιούν ακόμα και για το ταβάνιασμα σαν πιο γρήγορη λύση. Εξωτερικά τα ακανόνιστα φύλλα της λαμαρίνας, η οποία βέβαια βάφεται, δημιουργούν την εντύπωση μπαλωμάτων, εσωτερικά δε την εντύπωση αυτή τη δίνουν οι ραφές του νοβοπάν που δεν εξαφανίζονται βέβαια με το χρωμάτισμα.
Όσο για την ηχομονωτική, θερμομονωτική και υγρομονωτική δυνατότητα των σπιτιών αυτών είναι προφανώς κάτι το ανύπαρκτο. Θα μπορούσα να χαρακτηρίσω τις κατασκευές αυτές σαν ευπρεπισμένες μπαράκες, και τίποτα άλλο. Θα πρέπει να συμπληρώσουμε την εικόνα των «μοντέρνων» αυτών σπιτιών, με τα στρατζαριστά κιγκλιδώματα των μπαλκονιών, με τις σιδερένιες και τελευταία από αλουμίνιο εξώπορτες και με τα πλαστικά που μανιωδώς τοποθετούνται στα δάπεδα. Στο σημείο αυτό περιορίζομαι μόνο στην μεταμόρφωση των ξύλινων, κατασκευών και στον ξεπεσμό τους. Δεν θα αναφερθώ καθόλου στην κατασκευή του μπετόν και των πλινθοδομών που αντικατέστησαν την πέτρα. Γιατί και εδώ αντιμετωπίζουμε μια αρκετά θλιβερή ιστροία, η οποία δεν είναι πρόβλημα μόνον τοπικό.
3. Προσπάθεια εξυγίανσης των προβλημάτων αυτών.
Στο πρόγραμμα του Ε.Ο.Τ. 1976 αντιμετώπισα πολλές φορές τέτοια προβλήματα σε παλιά σπίτια που είχαν ανάγκη ανανέωσης.
Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι στα σπίτια αυτά δεν μπορούσε να είναι κανείς βέβαιος αν η επιφανειακή βλάβη ήταν αυτή και μόνον. Τις περισσότερες φορές ξυλώνοντας κάποιο κομμάτι βρισκόμαστε μπροστά σε μεγαλύτερες διαβρώσεις της ξύλινης κατασκευής οι οποίες φυσικά ήθελαν άμεσες και ριζικές λύσεις. Οι προτάσεις μου για την ανανέωση της κατασκευής με κάπως σύγχρονα μέσα που σε αρκετές περιπτώσεις εφαρμόστηκαν – ήταν οι εξής:
Πρώτον: Κατάργηση της λαμαρίνας
Δεύτερον: Κατάργηση του νοβοπάν σαν μέσο επένδυσης, τουλάχιστον με τον τρόπο που το χρησιμοποιούσαν
Η ξυλοδεσία των τοίχων θα πρέπει να γίνεται σωστά με σωστές διατομές ξύλων. Η πλήρωση των κενών των εξωτερικών τοίχων θα πρέπει να γίνεται κατά τη γν.ωμη μου με τούβλα. Αν όχι με υαλοβάμβακα πάχους αρκετού για εξωτερικούς τοίχους. Εξωτερικά και εσωτερικά τοποθέτηση νεβρομετάλ και μετά κανονικό σοβάτισμα.
Οι εσωτερικοί τοίχοι ακολουθούν την ίδια κατασκευή.
Στην εξωτερική πλευρά των εξωτερικών τοίχων αντί για νεβρομετάλ, θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε πλάκες Hevaklith και μετά σοβάτισμα.
Επίσης, τα ξύλινα δάπεδα. Εδώ ή είχαμε παλιά πατώματα με κάποιες φθορές ή καινούργια. Για την ευκολία του καθαρισμού τοποθετούν επάνω πλαστικά. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να μην μπορεί το ξύλο να αναπνεύσει κανονικά και να σαπίζει. Σημειωτέον ότι τα παλιά πατώμτα ήταν από πολύ καλής ποιότητας ξύλο.
Έτσι η πρόταση εδώ ήταν, να ξυστούν καλά να επισκευαστούν όπου χρειαζόταν και μετά να περαστούν με παρκέ διαρκείας. Το παρκέ διαρκείας πρότεινα και για τα καινούργια σπίτια για να σωθεί και η αισθητική και η αντοχή του υλικού. Και το σοβαρότερο να είναι εύκολος ο καθαρισμός πράγμα που ενδιαφέρει κυρίως τις νοικοκυρές, και έτσι να αποφύγουμε τα πλαστικά. Επέμεινα πολύ στην κατασκευή των κιγκλιδωμάτων από συμπαγές σίδερο όπως εξ’ άλλου, ήταν και οι παλιότερες κατασκευές. Και αυτό όχι μόνο από αισθητικής πλευράς αλλά και από απλής πρακτικής. Τα στρατζαριστά σκουριάζουν και χαλάνε πολύ γρήγορα. Ενώ οι σιδεριές με κατάλληλη συντήρηση έχουν ασύγκριτα μεγαλύτερο μήκος ζωής. Για τους ίδιους πρακτικούς λόγους – μια και οι αισθητικοί λόγοι δεν έχουν καμία απήχηση – προσπάθησα να εμποδίσω την κατασκευή της εξώπορτας από στράτζα. Οι ξύλινες πόρτες αποδεικνύονται πιο ανθεκτικές, η δε θεωρία ότι εξαιτίας της υγρασίας πρέπει να φκιάνουμε στρατζαριστά στην πράξη έχει αποτύχει. Εδώ βρήκα περισσότερο ανταπόκριση παρ’ όλη την εισβολή του αλουμινίου το οποίο, γυαλίζει και φαντάζει πιο πολύ. Θα πρέπει τελειώνοντας το κομμάτι αυτό με τις γενικές αυτές παρατηρήσεις να σημειώσω το εξής. Η αντίδραση των ανθρώπων σε οποιαδήποτε πρόταση δεν ήταν γνωστή ήταν κάτι το αδιανόητο. Έχοντας, απόλυτη εμπιστοσύνη στο μάστορα ή τον τεχνίτη δεν ήθελαν να ακούσουν τίποτα. Ιδίως οι γυναίκες οι οποίες με κανέναν τρόπο δεν ήθελαν να ακούσουν για κάτι καινούργιο, άκομα και όταν έβλεπαν πως είχαν άδικο. Μόνο επιχειρήματα πρακτικά και οικονομικά μπορούσαν κάπως να πιάσουν. Σ’ αυτή τη νοοτροπία βοηθούν πολύ οι μαστόροι και οι τεχνίτες που δεν έχουν τις περισσότερες φορές κανένα κέφι να δουλέψουν κάτι περισσότερο από αυτά που κάνουν και πείθουν τους ιδιοκτήτες ότι ο δικός τους τρόπος είναι ο σωστός. Ακόμα δε περισσότερο βοηθούν σ’ αυτή την νοοτροπία και οι μηχανικοί με τις ανύπαρκτες επιβλέψεις και με την πίστη ότι η δουλειά του μηχανικού μόλις πάρουμε την έγκριση της άδειας από το πολεοδομικό γραφείο. Ένα θέμα στο οποίο τότε δεν μπόρεσα να έχω καμία ανταπόκριση ήταν το θέμα των μονώσεων γενικά στο σπίτι. Σ’ ένα χωριό με τόση υγρασία σαν την Λευκάδα και με τόσο ντελικάτες κατασκευές όπως οι ξύλινες, η μόνωση των σπιτιών έπρεπε να αποτελεί κύριο στοιχείο της κατασκευής.
Το κεφάλαιο όμως αυτό, ξεκινώντας από το να αγνοεί τραγικά ο νομοθέτης, μένει αχρησιμοποίητο από τους μηχανικούς και φυσικά terra incognita για τους κατασκευαστές και τους ιδιοκτήτες. Με χαρά και ανακούφιση, μαθαίνω ότι τον τελευταίο καιρό ο κόσμος σιγά – σιγά ανακαλύπτει την δυνατότητα αυτή και όλο και περισσότεροι αναζητούν προστασία για τα σπίτια τους, αφού βέβαια τα σημάδια της διάβρωσης των σπιτιών έφτασαν να είναι απειλητικά. Οι προτάσεις που εισηγήθηκα ήταν λύσεις που οικονομικά μπορούσαν οι κάτοικοι να τις υποστούν, και συγχρόνως δεν ήταν και πού μακρυά από τα πρότυπα τους. Εξ’ άλλου το νεβρομετάλ είχαν ήδη αρχίσει να το χρησιμοποιούν μερικοί. Πιστεύω ότι με την άνοδο του Βιοτικού επιπέδου και με την ειδίκευση (αν υπάρξει) των κατασκευαστών θα μπορούσαμε θα μπορούσαμε να προχωρήσουμε στις σωστές ξύλινες, σύγχρονες κατασκευές, πράγμα που τώρα είναι εκ των πραγμάτων αδύνατο. Σε πολύ γενικές γραμμές και τα βασικά μόνο σημεία είναι το μικρό αυτό σημείωμα. Η εμπειρία από το πρόγραμμα του Ε.Ο.Τ. και οι αυτοψίες σε 250 σπίτια του νησιού, έφεραν στο φως πολλά, πράγματα με προεκτάσεις κατασκευαστικές, αισθητικές, λειτουργικές, κοινωνικές που αναλύονται σε μια εκτενέστερη μελέτη πάνω στο θέμα Λευκάδα – Οικιστικό περιβάλλον.